Η Τρέχουσα Κατάσταση της Αγοράς Ακινήτων στην Ελλάδα
του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ,
πολιτικού μηχανικού – κατασκευαστή
PPK Constructions
Η Τράπεζα της Ελλάδος αναδεικνύει την αυξανόμενη τάση των τιμών στην αγορά ακινήτων, κάτι που δημιουργεί ολοένα και περισσότερες πιέσεις για τα νοικοκυριά. Στο πρόσφατο σημείωμά της αναφορικά με την ελληνική οικονομία, υπογραμμίζεται η μειωμένη προσφορά ποιοτικών κατοικιών και η επιτακτική ανάγκη για στήριξη της προσιτής κατοικίας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι τιμές πώλησης και μίσθωσης των κατοικιών βρίσκονται σε ανοδική πορεία. Ειδικότερα, η μέση ετήσια αύξηση των τιμών των διαμερισμάτων ανήλθε στο 6,6% κατά το δ’ τρίμηνο του 2024, συγκριτικά με 9,6% στο γ’ τρίμηνο. Παρά την καταγεγραμμένη επιβράδυνση, η συνολική εικόνα αποκαλύπτει ότι οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 73% από το 2017.
Αν και η κατασκευαστική δραστηριότητα αυξήθηκε κατά 29,1% στο τέλος του 2024, η επένδυση στην κατοικία παραμένει στο χαμηλό επίπεδο του 2,7% του ΑΕΠ, υπολειπόμενη του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας δεν είναι επαρκής ώστε να καλύψει τη ζήτηση, με τα νέα νοικοκυριά να αναζητούν σύγχρονα και ενεργειακά αποδοτικά ακίνητα, τα οποία ωστόσο είναι περιορισμένα.
Η κατάσταση δεν είναι καλύτερη και στην αγορά των εμπορικών ακινήτων. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα, οι τιμές των γραφείων αυξήθηκαν κατά 4,2% κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, ενώ οι τιμές των καταστημάτων παρουσίασαν αύξηση 7,8%. Τα ενοίκια επίσης αυξήθηκαν κατά 2,2% για τα γραφεία και 6,2% για τα καταστήματα. Αυτές οι αυξήσεις προκαλούν προβλήματα στους επιχειρηματίες, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αγωνίζονται να βρουν προσιτούς χώρους μίσθωσης. Αντίθετα, η ζήτηση για ποιοτικά εμπορικά ακίνητα σε δημοφιλείς περιοχές και τουριστικά σημεία παραμένει υψηλή.
Η Τράπεζα της Ελλάδος σημειώνει πάντως ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις υπερθέρμανσης ή φούσκας στην αγορά ακινήτων, παρά την έντονη αύξηση των τιμών. Τονίζεται πως η επιτάχυνση των νέων κατασκευών και η υποστήριξη της προσιτής στέγης είναι κρίσιμοι παράγοντες για την επόμενη φάση της αγοράς.
Από τα παραπάνω αναδυόμενο είναι ότι η ζήτηση υπερβαίνει κατά κραταιά ρυθμό την προσφορά, παρά την αύξηση των κατασκευών. Η αναζήτηση για ποιοτικά και ενεργειακά αποδοτικά ακίνητα παραμένει υψηλή, με τα διαμερίσματα να κατέχουν τη μεγαλύτερη μερίδα της αγοράς. Πολλά νοικοκυριά επιθυμούν την ιδιοκατοίκηση, ένας στόχος που δείχνει να είναι μακροπρόθεσμος. Το μέλλον της αγοράς ακινήτων θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την επιτάχυνση των νέων κατασκευών και την στοχευμένη πολιτική στέγασης.