Η Εμπορική και Οικονομική Σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας
Η τρέχουσα εμπορική-οικονομική σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας περιλαμβάνει στον πυρήνα της μια έντονη γεωπολιτική και στρατηγική διάσταση, σύμφωνα με τον καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Χρήστο Κόλλια. Ο ίδιος υπογραμμίζει τις γεωοικονομικές και άλλες σημαντικές δονήσεις που προκαλεί η προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ. Σημειώνει ότι οι τρέχουσες εξελίξεις στη διεθνή σκηνή έχουν δημιουργήσει όχι απλά αναταράξεις, αλλά τεκτονικές σεισμικές δονήσεις που προμηνύουν σημαντικές ανατροπές στο διεθνές σύστημα, με υψηλή αβεβαιότητα και ρευστότητα.
Η αρχή αυτής της κρίσης εντοπίζεται στις επακόλουθες τριβές που προκάλεσε η επιθετική ρητορική του Τραμπ στις ευρωατλαντικές σχέσεις και τη συνοχή του ΝΑΤΟ. Όπως αναφέρει, μόλις το γεγονός ότι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, αναγκάστηκε να διακηρύξει τη δέσμευση των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ στην πρόσφατη σύνοδο των ΥΠΕΞ της Συμμαχίας δείχνει το μέγεθος των ιστορικών ρωγμών που έχουν προκληθεί στις σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ των νατοϊκών εταίρων.
Ο Κλονισμός του Διεθνούς Οικονομικού Συστήματος
Στη συνέχεια, η απόφαση του Τραμπ να επιβάλει δασμούς στους εμπορικούς εταίρους, περιλαμβανομένων και των γεωπολιτικών συμμάχων των ΗΠΑ, είχε σοβαρές επιπτώσεις στο διεθνές οικονομικό σύστημα. Η επιβολή αυτών των δασμών προκάλεσε καταβύθιση στις αγορές, καθώς η απειλή ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου αναστάτωσε τη διεθνή οικονομία. Αυτή η πολιτική προκάλεσε σημαντική αναστάτωση στην αρχιτεκτονική της διεθνούς γεωπολιτικής και οικονομικής τάξης, που είχε κτισθεί μεταπολεμικά, με τις ΗΠΑ να αποτελούν τον κύριο αρχιτέκτονα.
Η απόφαση να εκτοξευθεί ο μέσος πραγματικός δασμολογικός συντελεστής από το 2,5% το 2024 σε 22% το 2025 αποτελεί αναδρομή σε ιστορικά επίπεδα δασμών, όπως αυτά που εφαρμόστηκαν από το νόμο Σμουτ-Χόλεϋ το 1930. Ωστόσο, οι επιπτώσεις αυτής της δασμολογικής πολιτικής έγινε γρήγορα εμφανείς, καθώς οι υψηλές αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων ανήλθαν σε δυσθεώρητα ύψη, με αποτέλεσμα την προσωρινή αναστολή των δασμών για διάστημα 90 ημερών. Παρά το γεγονός αυτό, η αβεβαιότητα συνεχίζει να υπάρχει.
Οι Αλλαγές Στις Τιμές Προϊόντων
Οι δασμοί στους εισαγόμενους από την Κίνα προϊόντα παραμένουν σε ισχύ και έχουν φτάσει σε επίπεδα που προκαλούν σημαντική επιβάρυνση. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου επιβάλλουν συνεχώς ∙ κλιμακούμενους δασμούς που έχουν φτάσει το 145% για τις εισαγωγές από την Κίνα και το 125% για τις αμερικανικές εισαγωγές στην Κίνα. Το διεθνές εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών ανέρχεται περίπου σε 590 δισεκατομμύρια δολάρια, με τις εξαγωγές της Κίνας προς τις ΗΠΑ να φτάνουν τα 440 δισεκατομμύρια δολάρια και τις αντίστροφες εξαγωγές γύρω στα 145 δισεκατομμύρια.
Η διατήρηση των παραπάνω δασμών είναι πιθανό να επιβραδύνει την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας, οδηγώντας σε αναθεωρήσεις των προβλέψεων προς τα κάτω. Ωστόσο, οι επιπτώσεις στην αμερικανική οικονομία είναι αναμφίβολα σημαντικές, καθώς οι τιμές των εισαγόμενων προϊόντων θα αυξηθούν, με αποτέλεσμα την αναζωπύρωση του πληθωρισμού. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι το iPhone, του οποίου η τιμή μπορεί να εκτιναχθεί από τα 1.600 δολάρια στα 2.300 δολάρια λόγω των δασμών.
Η Στρατηγική Αντίκρουση και οι Επιπτώσεις
Η σύγκρουση αυτή εντάσσεται στον συστηματικό καπιταλισμό του κινεζικού καθεστώτος, όπου οι εξαγωγές επωφελούνται από κρατική υποστήριξη και ενδεχομένως από χειραγώγηση συναλλαγματικών ισοτιμιών, επιδιώκοντας τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους. Οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την Κίνα ως έναν βασικό στρατηγικό ανταγωνιστή, ο οποίος όχι μόνο έχει την πρόθεση να τροποποιήσει τη παγκόσμια τάξη αλλά διαθέτει και τα απαραίτητα μέσα για να το πετύχει.
Αυτός ο καταιγιστικός εμπορικός πόλεμος, με την επιβολή δασμών και αντεπίθεση από τις δύο πλευρές, έχει αναδείξει την Κίνα στη δεύτερη ισχυρότερη παγκόσμια οικονομία, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ που αγγίζει το 8,3% από το 2000 έως το 2023. Σε αυτή τη δυναμική κατάσταση, οι εντάσεις που προκύπτουν από τη συγκρουσιακή διπλωματία του Αμερικανικού προεδρικού γραφείου καταδεικνύουν τα αβέβαια θεμέλια της παγκόσμιας ηγεμονίας των ΗΠΑ.